Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών, η Ελλάδα παρουσιάζει «τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση του όγκου επενδύσεων» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, αυτό δεν αναδεικνύει την πραγματικότητα, καθώς η χώρα μας παραμένει στην τελευταία θέση της Ε.Ε. όσον αφορά τις επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι επενδύσεις αποτελούν λίγο λιγότερο από το 14% του συνολικού ΑΕΠ, ενώ οι μέσοι όροι στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη είναι 21,8% και 21,6% αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2019 οι επενδύσεις βρίσκονταν μόλις στο 10,7% του ΑΕΠ, όταν το 2008 είχαν φτάσει το 22,9%. Παρά την αύξηση κατά την τελευταία περίοδο, φαίνεται ότι οι επενδύσεις δεν αποτελούν το ισχυρό σημείο της ελληνικής οικονομίας.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η ανακοίνωση του Υπουργείου υπογραμμίζει και «τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση μεριδίου στις παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών». Ωστόσο, αυτή η δήλωση είναι σχήμα λόγου, καθώς το μερίδιο είναι ποσοστό και υπολογίζει την ποσοστιαία μεταβολή ενός ποσοστού. Είναι σημαντικό να εξετάσουμε τη γενική πορεία των εξαγωγών και των εισαγωγών. Αξιολογώντας τα στοιχεία από το 2019 έως το 2024, διαπιστώνουμε ότι οι εισαγωγές υπερβαίνουν τις εξαγωγές. Στο δεύτερο τρίμηνο του 2024, οι εισαγωγές ανήλθαν σε 23 δισ. ευρώ, με τις εξαγωγές να φτάνουν τα 19 δισ. ευρώ. Η διαφορά αυτή καταδεικνύει ότι η αύξηση των εισαγωγών είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με τις εξαγωγές.
Όσον αφορά τις εξαγωγές αγαθών, καταγράφηκε αύξηση κατά 2 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2019, ωστόσο οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,5 δισ. ευρώ. Αυτό δημιουργεί μια επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών κατά περίπου 2,5 δισ. ευρώ την τελευταία πενταετία. Επιπλέον, όταν συγκρίνουμε τις εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας με άλλες χώρες της Ε.Ε., το 2023 η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη χαμηλότερη θέση σε όρους εξαγωγών αγαθών ως ποσοστό του ΑΕΠ, με ποσοστό 22,6%.
Στο θέμα του δημόσιου χρέους, αν και παρατηρείται μείωση κατά τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό χρέος παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 2023, το δημόσιο χρέος ανήλθε στο 161,9% του ΑΕΠ, σχεδόν 19 μονάδες χαμηλότερο από το 180,6% του 2019, αλλά υπερβαίνει σημαντικά το 137,3% της Ιταλίας. Εντυπωσιακή είναι η αύξηση του χρέους σε ονομαστικούς όρους κατά περίπου 25,5 δισ. ευρώ από το 2019. Η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ οφείλεται κυρίως στον πληθωρισμό, καθώς το ονομαστικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 20,2%, ξεπερνώντας την αύξηση του χρέους.
Είναι προφανές ότι η πρόοδος που καταγράφεται δεν προέρχεται μόνο από την ανάπτυξη της οικονομίας, αν και η πραγματική μεγέθυνση του ΑΕΠ, κατά 5,8%, έχει συμβάλει στη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Χωρίς τον πληθωρισμό, το χρέος θα είχε αυξηθεί περισσότερο σε σχέση με το ΑΕΠ.
Πηγή: naftemporiki.gr