Η νέα μελέτη, που επικεντρώνεται στη διάρκεια ζωής σε ποντίκια, αποκαλύπτει ότι τα γονίδια παίζουν καθοριστικό ρόλο στην υγεία και τη μακροχρόνια επιβίωση, στην πραγματικότητα περισσότερο από ότι η διατροφή. Ενώ έχει διαδοθεί η πεποίθηση ότι η κατανάλωση λιγότερων θερμίδων μπορεί να παρατείνει τη ζωή, η ερευνητική ομάδα παρατήρησε ότι ορισμένα γονίδια, τα οποία δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί, μπορούν να αναδείξουν την ανθεκτικότητα των οργανισμών και να τους βοηθήσουν να επιβιώσουν καλύτερα σε δύσκολες συνθήκες.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή περίπου χίλιων θηλυκών ποντικών, τα οποία χωρίστηκαν σε πέντε ομάδες με διαφορετικές δίαιτες. Τα ποντίκια που είχαν τη δυνατότητα να τρώνε ελεύθερα ζούσαν κατά μέσο όρο 25 μήνες. Εκείνα που ακολουθούσαν δίαιτες διαλείπουσας νηστείας, που περιλάμβαναν περιορισμένη πρόσληψη θερμίδων, είχαν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, φτάνοντας έως και τα 34 μήνες σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι επιστήμονες σημείωσαν όμως ότι μέσα σε κάθε ομάδα, η διάρκεια ζωής μπορεί να διαφέρει σημαντικά, δείχνοντας ότι οι γενετικοί παράγοντες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό αυτή τη διαφοροποίηση.
Ο Γκάρι Τσόρτσιλ, καθηγητής στο The Jackson Laboratory, υπογράμμισε τη σημασία της ανθεκτικότητας για την επιβίωση και δήλωσε ότι το μέτριο επίπεδο περιορισμού θερμίδων μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο για να εξισορροπηθεί η μακροπρόθεσμη υγεία και η διάρκεια ζωής. Αν και η νηστεία ακόμα ερευνάται για τις επιδράσεις της στους ανθρώπους, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μελέτη αυτή προσφέρει κρίσιμα στοιχεία για την κατανόηση της γήρανσης και της υγείας.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης έχουν ανοίξει δρόμους για περαιτέρω έρευνα σχετικά με το πώς οι δίαιτες και η γενετική μπορούν να συνδυαστούν ώστε να παραταθεί η διάρκεια ζωής. Υπογραμμίζουν έτσι ότι την επόμενη φορά που θα σκεφτούμε την υγεία μας, θα πρέπει να βάλουμε σε προτεραιότητα την καλή γενετική κληρονομιά μαζί με τη διατροφή.
Πηγή: naftemporiki.gr